Απόσπασμα από το βιβλίο «Λόγοι εἰς πρωθυπουργόν»
Πες μου, αγαπητέ, για ποιο λόγο αγανακτείς; Επειδή, λέγει, κατέφυγε στην εκκλησία αυτός που συνεχώς την πολεμούσε. Γι’ αυτό λοιπόν έπρεπε πολύ περισσότερο να δοξάζουμε τον Θεό, γιατί άφησε αυτόν να βρεθεί σε τόσο μεγάλη ανάγκη, ώστε να μάθει και τη δύναμη και τη φιλανθρωπία της Εκκλησίας. Τη μεν δύναμή της τη γνώρισε από το ότι τόσο πολύ άλλαξαν γι’ αυτόν τα πράγματα εξ αιτίας των εχθρικών ενεργειών του εναντίον της. Τη δε φιλανθρωπία της τη γνώρισε από το ότι, αν και πολεμήθηκε από αυτόν, τώρα τον υπερασπίζεται, τον έχει βάλει κάτω από τις φτερούγες της και τον προστατεύει με κάθε ασφάλεια, χωρίς να μνησικακεί για κανένα από τα προηγούμενα (αμαρτήματα) αλλά του άνοιξε την αγκαλιά της με πολλή φιλοστοργία.
Διότι, πραγματικά, αυτό είναι λαμπρότερο από κάθε τρόπαιο, αυτό είναι νίκη περίλαμπρη, αυτό κάνει τους ειδωλολάτρες να μας σέβονται, αυτό ντροπιάζει και τους Ιουδαίους, αυτό δείχνει το πρόσωπό της (της Εκκλησίας) λαμπρό. Διότι, αφού έπιασε αιχμάλωτο τον εχθρό της, τον λυπάται και, ενώ όλοι τον εγκατέλειψαν μόνο, μόνη αυτή, σαν φιλόστοργη μητέρα, τον έκρυψε κάτω από τα παραπετάσματά της και αντιστάθηκε στη βασιλική οργή, στον θυμό του λαού και στο αφόρητο μίσος εναντίον του. Αυτό είναι κόσμημα του ιερού Θυσιαστηρίου. Ποιο κόσμημα, θα πει κάποιος, το ότι εγγίζει το ιερό Θυσιαστήριο ο ανόσιος και πλεονέκτης και άρπαγας; Μην τα λες αυτά. Διότι και η πόρνη άγγιξε τα πόδια του Χριστού, εκείνη που ήταν πάρα πολύ μολυσμένη και ακάθαρτη. Και δεν ήταν άξιο κατηγορίας για τον Ιησού αυτό που έγινε, αλλά θαύμα και ύμνος μεγάλος. Διότι η ακάθαρτη δεν έβλαπτε τον Καθαρό, αλλά ο Καθαρός και Άμωμος με το άγγιγμά Του έκανε καθαρή και αγία τη μολυσμένη αμαρτωλή γυναίκα. Μη λοιπόν μνησικακείς, άνθρωπε. Είμαστε δούλοι Εκείνου που σταυρωνόταν και έλεγε: «Πατέρα μου, συγχώρησέ τους, γιατί δεν ξέρουν τι κάνουν» (Λουκ. κγ΄ [23] 34).
άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος
Αφήστε μια απάντηση