Home » Νέα » Νέα » Νύχτα αδιεξόδου…

Νύχτα αδιεξόδου…

Είχε νυχτώσει πια. Έσυρε αργά τα βήματά του ως την πόρτα. Μπαίνοντας, το παγωμένο, ταλαιπωρημένο του κορμί ασυναίσθητα αναζήτησε τη θέρμη του μικρού δωματίου. Είχε συμπληρώσει 18 ώρες στο χειρουργείο. Οι χωρικοί έφταναν ο ένας πίσω από τον άλλο… Πληγές ανοιχτές, μολυσμένα τραύματα, γυναίκες με διαπυημένα έλκη, άκρα που έπρεπε να ακρωτηριαστούν υπό το φόβο θανάτου από γάγγραινα… Η προσπάθεια να ανακουφίσει τον πόνο, η πάλη με τη φθορά του ανθρώπινου σώματος, τον είχαν εξουθενώσει. Κοίταξε τα πληγιασμένα του πόδια. Και το δικό του σώμα κομμάτι της ίδιας μεταπτωτικής φύσης…

Μα η σωματική του κούραση απόψε δεν ήταν τίποτα μπρος στο εσωτερικό του βάσανο. Τα νέα, καταιγιστικά. Νέα εξορία εν όψει, κατεδάφιση του ναού του αγίου Σεργίου, διωγμός από το νοσοκομείο που χειρουργούσε… Όχι, δεν θα τους άφηνε να κατεδαφίσουν και αυτόν τον ναό. Του ήταν ανυπόφορο. Να βλέπει έτσι τη λεηλάτηση και κατεδάφιση των ναών σε όλο το κράτος.

Είχε πάρει την απόφασή του. Το πρωί θα λειτουργούσε για τελευταία φορά και, όταν θα έφταναν οι εχθροί του Θεού, θα έφραζε τις πόρτες, θα έβαζε φωτιά στις ξύλινες εικόνες και θα καιγόταν και ο ίδιος μαζί με τον ναό. Το να μαρτυρήσει ένας τόσο διάσημος, ο Καθηγητής χειρουργικής, θα τους έκανε να το ξανασκεφτούν για την επόμενη εκκλησία. Ίσως και να σταματήσουν το γκρέμισμα των ναών εντελώς.

Η προοπτική του μαρτυρίου τού φαινόταν παράξενα όμορφη, τον γέμιζε μια πλέρια ικανοποίηση. Αλλά ειρήνη δεν ερχόταν να διαλύσει το ταραγμένο σύννεφο που σκοτείνιαζε την ψυχή του.

«Τι θέλεις από μένα, Κύριε;» παραδόθηκε αποκαμωμένος.

Ναι, ήταν δικό του θέλημα η πυρπόληση και το μαρτύριο.

Χάραξε λίγο το παράθυρο. Από τα ψηλά των βουνών χυμούσε παγωνιά που τον περόνιαζε. Έπεφτε κι ένα πυκνό ψιλόβροχο σαν παγωμένη ομίχλη.

«Τι να κάνω, Κύριε..; Γνώρισόν μοι ὁδὸν ἐν ᾗ πορεύσομαι».

Θα μπορούσε να πάει στη Μόσχα. Ως επικεφαλής της έδρας της τοπογραφικής ανατομίας και χειρουργικής, δεν θα μπορούσαν να του αρνηθούν να ασκεί τα ιατρικά του καθήκοντα ανεμπόδιστα. Και να προχωρήσει τις μελέτες για τα «Δοκίμια χειρουργικής των πυογόνων λοιμώξεων». Πλημμύρισε από χαρά στη σκέψη και μόνο! Επιτέλους! Ήταν καιρός! Να αξιοποιήσει τα χαρίσματα που Εκείνος του έδωσε σώζοντας ανθρώπους με τα νέα πορίσματα που θα κατέληγε.

…Και να προδώσει την κλήση Του; Έστω για χάρη της ιατρικής του διακονίας;

Θυμήθηκε την πρωτόγνωρη συγκίνηση που τον κατέκλυσε όταν τα λόγια του Θεού αναπάντεχα μίλησαν στην καρδιά του: «Ποίμαινε τὰ πρόβατά μου»…

Ήταν… μήπως… ήταν δειλία αυτό που ένιωθε; Ή αγάπη βαθιά γνήσια για τον άνθρωπο; Για τους φτωχούς ανθρώπους της υπαίθρου που πέθαιναν από απλές λοιμώξεις;

Μέσα του γινόταν χαλασμός. Σαν προδοσία φαινόταν… Έτρεμε. Ρίγη ανέβαιναν στην πλάτη του και γοργά έγιναν σπασμοί. Πάλευε ο γιατρός με τον ιερέα; «Διακονίες δικές Σου όλες, Κύριε! Τι θέλεις από μένα;»

Ακατάσχετο συνέχιζε το τρέμουλο του.

Πήρε το Ψαλτήρι. Ο συριγμός της ζορισμένης αναπνοής του με κόπο ψιθύριζε τα Καθίσματα. Ήταν στο 4ο Κάθισμα όταν οι τελευταίες λέξεις του 31ου Ψαλμού τον χτύπησαν σαν κεραυνός.

«Συνετιῶ σε καὶ συμβιβῶ σε ἐν ὁδῷ ταύτῃ, ᾗ πορεύσῃ, ἐπιστηριῶ ἐπὶ σὲ τοὺς ὀφθαλμούς μου.»

Αργά, βασανιστικά σχεδόν, λίγη γαλήνη χύθηκε μέσα του. Σαν να φώτισε, να σκόρπισε το σκοτεινό σύννεφο.

«Σε ευχαριστώ, Κύριε… Δεν το αξίζω…»

Ας έρχονταν να τον πάρουν για εξορία. Άλλη μια. Ο Αρχιεπίσκοπος Λουκάς θα τους ακολουθούσε με τα πληγιασμένα του πόδια. Αυτά που στέκονταν 18 ώρες στο χειρουργείο.

Δέσποινα Ανταράκη

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *